Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

Σύμπραξη αδικιών

Εκ της παντελούς αδιαφορίας της Ιεράς Συνόδου στο πρόβλημά μου, αναγκαζόμουν να απευθύνομαι εγγράφως εις την εκκλησιαστική διοίκηση του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων προκειμένου με τη νόμιμη παρέμβασή τους να επανακτήσω την εργασία μου εις την οποία παρανόμως η διοίκηση της Εκκλησίας δεν με εδέχετο.  
Οι αρμόδιοι υπάλληλοι της εκκλησιαστικής διοικήσεως του υπουργείου, ουδέποτε έκαναν διάλογο μαζί μου. Έστελναν όλα τα έγγραφα τα οποία απηύθυνα προς αυτούς, στους διώκτες μου μητροπολίτες για να δώσουν λύση αυτοί, που έγραφαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους την 1557/2005 απόφαση του Γ’ τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σε κανένα από τα έγγραφά τους δεν αναφέρουν ότι είναι αναρμόδιοι (το αντίθετο αναφέρουν), ώστε να μην τους ενοχλώ και τους απασχολώ με το θέμα μου.  
Η αδιαφορία της εκκλησιαστικής διοικήσεως του υπουργείου προς το πρόσωπό μου, ήτο το καλύτερο δώρο εις τους διώκτες μου. Βρήκαν την ησυχία τους. Η υπόθεσή μου παραμένει εις τα χέρια τους. Αργά η γρήγορα θα τον φάμε κατά την προσφιλή τους έκφραση.
Απόδειξη των λεγομένων μου είναι τα έγγραφα του υπουργείου. Έγγραφο 2ο με ημερομηνία 22/6/2006 προς εμένα τελευταία παράγραφο διαπιστώνετε μια σύμπραξη εις βάρος μου, των υπαλλήλων της εκκλησιαστικής διοικήσεως του υπουργείου με την  Ιερά Σύνοδο. Δηλαδή η καθυστέρηση του Τριμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Εκκλησίας (σημειωτέων ότι το Τριμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο ποτέ δεν συνεδρίασε επί της ουσίας), οφείλετε εις την παραίτηση του εισηγητού.
Η παραδοχή εκ μέρους των υπαλλήλων του υπουργείου Παιδείας εις την δικαιολογία αυτή της Ιεράς Συνόδου (παραίτηση εισηγητού 4ο έγγραφο), δεν είναι σωστή διότι: Η απόφαση 1557/2005 του Συμβουλίου της Επικρατείας υπέρ εμού (ανάρτηση 3/11/2015) κοινοποιήθηκε στην Ιερά Σύνοδο και στο Υπουργείο Παιδείας την 1/8/2005. Το Τριμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο της Εκκλησίας αναγκάστηκε να συνεδριάσει την 26/2/2007. Δηλαδή μετά από δυο χρόνια απραξίας. Τι ανάγκασε όμως την Ιερά Σύνοδο και το υπουργείο να ενεργοποιηθούν; Τους ανάγκασε να ενεργοποιηθούν: α) η γνωμοδότηση 20/2006 του νομικού συμβούλου της Εκκλησίας (ανάρτηση 18/6/2015), με την οποία γνωμοδότηση έπρεπε να με αποκαταστήσουν εργασιακά και μισθολογικά (κανονική μισθοδοσία χωρίς την περικοπή του ¼ εκ του μισθού μου καθώς και την επιστροφή του ¼  εκ του μισθού μου από το έτος 2001), πράγμα το οποίο δεν έπραξαν ποτέ και β) η εισηγήτρια της Επιτροπής Συμμορφώσεως του ΣτΕ με το υπ` αριθ. πρωτ. Π4583/2006/29-1-2007 έγγραφο ζητούσε κατ` επειγόντως ενημέρωση για τη μη συμμόρφωση της διοικήσεως της Εκκλησίας προς την 1557/2005 απόφαση του ΣτΕ. Η εκκλησιαστική διοίκηση του υπουργείου ήτο σε πλήρη γνώση των ανωτέρω ενεργειών εκ μέρους μου. Έγγραφο 3ο με ημερομηνία 19/1/2007, προς την Επιτροπή Συμμορφώσεως του ΣτΕ. Στην τελευταία παράγραφο του εγγράφου αναφέρει ότι, το υπουργείο ορίζει αρμόδιο υπάλληλο δια την διερεύνηση της υποθέσεώς μου. Όπως προανέφερα ουδέποτε έκαναν διάλογο μαζί μου.                                        
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ

τέως οδηγός Ιεράς Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας.


1. Έγγραφο 


2. Έγγραφο 





3. Έγγραφο 




4. Έγγραφο